Το
Γεννάρη του 2011 βρέθηκα στο αεροδρόμιο
του Τορόντο στον Καναδά, ήταν η ενδιάμεση
στάση μου για τη Νέα Υόρκη. Όμως μετά
από μια εξαιρετικά επαχθή και επονείδιστη
ανάκριση οι Αμερικανικές αρχές ακύρωσαν
τη βίζα μου με την κατηγορία της “υπόνοιας
πρόθεσης μετανάστευσης” κι εγώ βρέθηκα
να περιμένω την επόμενη πτήση για την
Αθήνα, η οποία ήρθε δύο μέρες αργότερα.
Γνώρισα αρκετό κόσμο σ' εκείνο το
αεροδρόμιο, όλοι μόλις μάθαιναν πως
είμαι Έλληνας με ρωτούσαν για την
κατάσταση στη χώρα μου. Απ' όλους αυτούς
δε θα ξεχάσω έναν Ιταλό περίπου στην
ηλικία μου. Ήρθε και κάθισε κοντά μου
και ψαχούλευε μανιωδώς τον υπολογιστή
του και τα δίκτυα. Σε λίγη ώρα ξεκινούσε
το παιχνίδι Μίλαν-Ίντερ και δεν ήθελε
με τίποτα να το χάσει. Τον ρώτησα τι
ομάδα ήταν κι αρχίσαμε την κουβέντα.
-Τι
γίνεται στην Ελλάδα;
-Κάνουν
ακριβώς το αντίθετο απ' ότι χρειάζεται
για να βγούμε από την κρίση.
Αφού
το σκέφτηκε λιγάκι ξαναμίλησε.
-Αυτός
ο Μπερλουσκόνι είναι πολύ μαλάκας.
-Είναι.
-Και
τι θα γίνει τώρα;
-Τι
θα γίνει; Θα επιβιώσουμε όπως επιβιώνουμε
κάτι χιλιάδες χρόνια.
-Εμείς
δεν ξέρω αν θα επιβιώσουμε.
Είχα
διάθεση εκείνη την ώρα και ήθελα να
παίξω λίγο με την ανησυχία του. Άλλωστε
ήταν και με την Ίντερ, δικό μας παιδί.
-Θα
επιβιώσετε. Η Ιταλία έχει κάτι στην
πρόσφατη ιστορία της που δεν το έχει η
Ελλάδα.
Ο
Ιταλός συνοφρυώθηκε.
-Τι;
-Το
Γκαριμπάλντι.
Πετάχτηκε
σα να τον χτύπησε ρεύμα.
-Τι
λες ρε φίλε, μετά το Γκαριμπάλντι είχαμε
φασισμό.
-Εσείς
και όλη η Ευρώπη. Το θέμα όμως είναι ότι
ξεκαθαρίσατε τους λογαριασμούς σας ως
έθνος, πράγμα που εμείς δε το έχουμε
κάνει ακόμα.
Τις
τελευταίες μέρες δεν παρακολουθώ
ειδήσεις, σε κανένα κανάλι, καμιά
εφημερίδα και καμιά σελίδα. Δεν υπάρχουν
ειδήσεις, τα νεα είναι παλιά. Η εκλεγμένη
Ελληνική κυβέρνηση, αυτή που εν μέσω
τρομοκρατίας έλαβε μετά από δημοψήφισμα
ξεκάθαρη εντολή να μην αποδεχτεί έναν
εκβιασμό έπραξε ακριβώς το αντίθετο.
Αυτή είναι η πραγματικότητα και όλα τ'
άλλα είναι οδοντόκρεμες. Το αν τα μέτρα
είναι αντιυφεσιακά ή όχι με αφήνει
παγερά αδιάφορο. Το ποιές και πόσες
ερμηνείες είχε και θα έχει αυτό το
δημοψήφισμα επίσης. Και όλα αυτά δεν
αφορούν τον ιστορικό του μέλλοντος,
αφορούν εμένα. Όμως με αφήνουν παγερά
αδιάφορο. Δε χρειάζονται περισπούδαστες
πολιτικές ή οικονομικές αναλύσεις,
ακόμα και τα πεζοδρόμια γνωρίζουν πως
όταν δέχεσαι έναν εκβιασμό ακολουθούν
χιλιάδες.
Ούτε
δικαιολογίες χωράνε. Η ιστορία ότι
δεχτήκαμε τον εκβιασμό αλλά δημιουργήσαμε
συμμαχίες και ξεκινήσαμε διάλογο είναι
κοντολογίς προφάσεις αν αμαρτίαις. Όσο για τη στρατηγική
περί “διάβρωσης του συστήματος εκ των
έσω”, την έχουν φάει στη μάπα αι γενναιαί
πάσαι. Κανένα σύστημα δε διαβρώθηκε
ποτέ εκ των έσω σε όποιο στάδιο
“θνησιγένειας” κι αν βρισκόταν. Ούτε
και οι άναρθρες κραυγές των απανταχού
δήθεν τρομαγμένων φυρερίσκων περί
Ουκρανοποίησης της Ελλάδας έχουν καμία
βαρύτητα. Αυτό που έχει σημασία είναι
ο εκβιασμός, αυτός ο ένας ακόμα. Όταν
είσαι πρωθυπουργός εννοείται πως κάποιοι
θέλουν να σε φάνε, εννοείται πως θα
χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα, ορθόδοξα
ή ανορθόδοξα, για να σε ανατρέψουν.
Δουλειά σου είναι να μην ενδώσεις. Δεν
είναι εύκολη δουλειά, όμως κανείς ποτέ
δεν έγινε πρωθυπουργός με το ζόρι.
Και
δεν είναι θέμα ηγεσίας, δεν είναι απλά
θέμα ηγεσίας. Αυτό που κάποτε είπα σ'
έναν Ιταλό αστειευόμενος έρχεται τώρα
να με στοιχειώσει περισσότερο από ποτέ.
Για ποιά ιστορική ευκαιρία της αριστεράς
να μιλήσουμε? Και για ποιά αριστερά να
μιλήσουμε? Γι αυτή που ούσα κυβέρνηση δια των αστυνομικών
οργάνων σπάει τα χέρια των ψηφοφόρων
της?
Και
η “εθνική συμφυλίωση” καλά κρατεί.
Συνεχώς
γυρίζει στο μυαλό μου ο διάλογος του
Τσίπρα με το μεγάλο τραγουδιστή, όταν
του είπε “Δε θα γυρίσουμε στην εποχή
του παππού σας” και μετά το πήρε πίσω
ως μετανοούσα Μαγδαληνή. Δε λύνονται
έτσι οι διαφορές. Ούτε χρειάζεται να
πάρουμε τα όπλα. Όταν όμως τραβάς το
τελευταίο σου διαπραγματευτικό χαρτί,
πρέπει να το χρησιμοποιείς. Έστω και
εναντίον σου.
Πάω να φάω γιαούρτι ν' ασπρίσω
Θέμης Αγγελόπουλος
Πάω να φάω γιαούρτι ν' ασπρίσω
Θέμης Αγγελόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου